- χρυσαλάκατος
- χρῡςᾱλᾰκᾰτος, -ον1 with golden distaff
χρυσαλακάτοιο πόσις Ἀμφιτρίτας O. 6.104
ποντίαν χρυσαλακάτων τινὰ Νηρείδων πράξειν ἄκοιτιν N. 5.35
χρυσαλακά- του Λατοῦς (codd.: χρυσοπλοκάμου Hermann) N. 6.36 χρυσαλάκατον Μελίαν fr. 29. 1. χρυσαλακάτου Λατοῦς Θρ. 3. 1.
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.